Κωπαΐδα όπως Κάρλα;

Υπάρχουν φόβοι ότι σε περίπτωση ενός ισχυρού καιρικού φαινομένου, αντίστοιχου με τον «Daniel», το νερό θα «θυμηθεί» τις παλιές του διαδρομές, προκαλώντας πλημμύρες και καταστροφές

Τον αποκαλούν συχνά «περιβόλι της Αθήνας». Πρόκειται για μια υψηλής παραγωγικότητας έκταση 300.000 στρεμμάτων σε απόσταση περίπου 100 χιλιομέτρων από την πρωτεύουσα. Ο λόγος για τον κάμπο της Κωπαΐδας, ο οποίος απλώνεται σε ένα πεδίο που μέχρι πριν από περίπου 100 χρόνια αποτελούσε μία από τις μεγαλύτερες λίμνες της χώρας. Γι’ αυτό και υπάρχουν φόβοι ότι σε περίπτωση ενός ισχυρού καιρικού φαινομένου, αντίστοιχου με τον «Daniel», το νερό θα «θυμηθεί» τις παλιές του διαδρομές, προκαλώντας πλημμύρες και καταστροφές.

«Σε ένα αντίστοιχο φαινόμενο η κατάσταση θα είναι «ο σώζων εαυτόν σωθήτω»», λέει χαρακτηριστικά στα «ΝΕΑ» ο Βασίλης Τσαγαλάς, πρόεδρος του Αγροτικού Συνεταιρισμού Ορχομενού. «Ο κίνδυνος πλημμύρας είναι πάρα πολύ μεγάλος, δεδομένου ότι και τώρα παρουσιάζονται προβλήματα όταν έχουμε δυνατές βροχές. Αν ρίξει τη βροχή που έριξε στη Θεσσαλία, θα βρεθούμε σε χειρότερη κατάσταση, γιατί η περιοχή μας αποτελούσε λίμνη και εξακολουθεί να αναβλύζει νερό», σημειώνει, καταγγέλλοντας ότι εδώ και πολλά χρόνια δεν έχουν πραγματοποιηθεί καθαρισμοί στα αρδευτικά κανάλια. «Η Κωπαΐδα είναι εγκαταλελειμμένη στο έλεος του Θεού», προσθέτει.

«Η Κωπαΐδα ήταν λίμνη. Και, σε θεωρητικό επίπεδο, σύμφωνα με τους φυσικούς νόμους και τη μορφολογία του εδάφους, υπάρχουν οι προϋποθέσεις να ξαναγίνει λίμνη», λέει από την πλευρά του ο Γιώργος Ντασιώτης, επί σειρά ετών δήμαρχος Αλιάρτου. Υπενθυμίζει, πάντως, ότι και στην Κωπαΐδα έχουν στο πρόσφατο παρελθόν σημειωθεί πλημμύρες, αν και όχι αντίστοιχης έκτασης με αυτές στη Θεσσαλία.

Αν ρίξει τη βροχή που έριξε στη Θεσσαλία, θα βρεθούμε σε χειρότερη κατάσταση, γιατί η περιοχή μας αποτελούσε λίμνη και εξακολουθεί να αναβλύζει νερό», λέει στα «ΝΕΑ» ο Βασίλης Τσαγαλάς , πρόεδρος του Αγροτικού Συνεταιρισμού Ορχομενού

«Φαινόμενα αντίστοιχης ραγδαιότητας με τον «Daniel» προφανώς και θα μπορούσαν να δημιουργήσουν πρόβλημα σε περιοχές με παρόμοια χαρακτηριστικά, όπως αυτή της Κωπαΐδας», σχολιάζει από την πλευρά του ο Βαγγέλης Τζιρίτης, διδάκτωρ Υδρογεωχημείας και ερευνητής στο Ινστιτούτο Εδαφοϋδατικών Πόρων του ΕΛΓΟ Δήμητρα. «Μιλάμε για μια σχετικά κλειστή λεκάνη, της οποίας τα γεωλογικά χαρακτηριστικά είναι τέτοια που αποθηκεύουν νερό», εξηγεί. Πρόκειται, εξάλλου, για μια επίπεδη έκταση περιστοιχισμένη από βουνά, την οποίαν διασχίζουν ο βοιωτικός Κηφισός και κάποια μικρότερα ρέματα, όπως η Ερκυνα και ο Μέλας Ποταμός.

Οι χάρτες

Οι Χάρτες Eπικινδυνότητας Πλημμύρας του υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας καταδεικνύουν ότι οι φόβοι αυτοί μόνο αβάσιμοι δεν είναι. Συγκεκριμένα, σύμφωνα με τη σχετική μελέτη, που επικαιροποιήθηκε για τελευταία φορά το 2018, σε περίπτωση εκδήλωσης ενός ακραίου φαινομένου (περίοδος επαναφοράς Τ = 1.000 έτη) θα πλημμύριζαν οι οικισμοί Στροβίκι, Σταθμός, Προσήλιο, Αγιος Ανδρέας, Μαυρόγεια, Προφήτης Ηλίας, Αγιος Αθανάσιος, Πύργος, Τσουκαλάδες, Λευκοχώρι, Ακόντιο, Θούριο, Ανθοχώρι, Μαυρονέρι, Ρωμαίικο, Αγιος Σπυρίδωνας, Καρυά, Αγιος Δημήτριος και Κάτω Τιθορέα.

Ο αριθμός των κατοίκων που θα επηρεάζονταν από ένα τέτοιο πλημμυρικό φαινόμενο ανέρχεται σε 4.800. Ανυπολόγιστες θα ήταν οι ζημιές στην αγροτική παραγωγή και την κτηνοτροφία, καθώς θα κατακλύζονταν 207.000 στρέμματα καλλιεργειών και 85 σταβλικές εγκαταστάσεις με 12.078 ζώα. Θα επηρεάζονταν ακόμα τέσσερις βιομηχανικές μονάδες, ο βιολογικός καθαρισμός της Τιθορέας (ο οποίος ήταν υπό κατασκευή το 2018), 56 χιλιόμετρα οδικού δικτύου και 9,9 χιλιόμετρα σιδηροδρομικού δικτύου.

Αξίζει να σημειωθεί ότι, βάσει των μοντέλων που παρουσιάζονται στους Χάρτες Επικινδυνότητας Πλημμύρας, 18 οικισμοί και πάνω από 4.400 κάτοικοι επηρεάζονται και υπό ηπιότερα καιρικά φαινόμενα, με περίοδο επαναφοράς Τ = 50 και Τ = 100 έτη.

Ο ανενεργός Οργανισμός Κωπαΐδος

Αποτελώντας κάποτε τη μεγαλύτερη λίμνη του ελλαδικού χώρου, οι προσπάθειες στράγγισης της Κωπαΐδας ανάγονται στην αρχαιότητα, με τους Μινύες του Ορχομενού να είναι οι πρώτοι που κατάφεραν να την αποξηράνουν τον 14ο αιώνα π.Χ. Χιλιάδες χρόνια αργότερα, μετά τη δημιουργία του ανεξάρτητου ελληνικού κράτους, η αποξήρανση της Κωπαΐδας κρίθηκε αναγκαία για την εξάλειψη της ελονοσίας και την κάλυψη των αναγκών του νεαρού κράτους σε σιτάρι, καλαμπόκι και βαμβάκι.

Επειτα από πολλές ανεπιτυχείς προσπάθειες, το εγχείρημα στέφθηκε με επιτυχία από τη βρετανική εταιρεία Lake Copais το 1931. Το 1953 η περιοχή απαλλοτριώθηκε από το ελληνικό κράτος και η γη διανεμήθηκε σε 13.000 αγρότες, ενώ το 1954 ιδρύθηκε ο Οργανισμός Κωπαΐδος για τη διαχείριση και συντήρηση των έργων άρδευσης, στράγγισης και οδοποιίας. Το 2014, εν μέσω Μνημονίων, ο Οργανισμός καταργήθηκε και οι αρμοδιότητές του μεταφέρθηκαν στην Περιφέρεια Στερεάς Ελλάδας. Για ορισμένους, επρόκειτο για ένα μεγάλο λάθος.

«Ως αυτοδιοικητικός πρόλαβα τη λειτουργία του Οργανισμού Κωπαΐδος, αν και στην παρακμή του», λέει ο Γιώργος Ντασιώτης. Σημειώνει ότι το τελευταίο διάστημα ο Οργανισμός αντιμετώπιζε πολλά προβλήματα, «όμως μετά την κατάργησή του δεν δημιουργήθηκε ένας αντίστοιχος φορέας που να αναλάβει τη συνολική διαχείριση του κωπαϊδικού πεδίου. Ετσι, μια κρίσιμη λειτουργία μετατράπηκε σε μία ακόμη υπηρεσία της Περιφέρειας, που δεν μπορεί να λειτουργήσει παρά τις φιλότιμες προσπάθειες των λιγοστών υπαλλήλων», συμπληρώνει ο πρώην δήμαρχος, χαρακτηρίζοντας την εξέλιξη αυτή «τραγική».

«Οσο υπήρχε ο Οργανισμός Κωπαΐδος γίνονταν κάποια έργα. Είχε κάποια μηχανήματα, καθάριζε τα ποτάμια, τα αυλάκια, τις αρδευτικές οδούς», λέει από την πλευρά του ο Βασίλης Τσαγαλάς, που και αυτός συμφωνεί: «Από όταν καταργήθηκε, η Κωπαΐδα απαξιώθηκε. Λειτουργούμε με τις εγκαταστάσεις και τις υποδομές που είχαν οι Αγγλοι ως το 1950». «Η Περιφέρεια ως διαχειρίστρια Αρχή του κωπαϊδικού πεδίου από το 2014 μέχρι τώρα δεν έχει προβεί σε επενδυτικά έργα, αλλά σε διαχειριστικά. Καθαρίζει τα κανάλια, συντηρεί κάποιες υπάρχουσες υποδομές. Ομως νέες παρεμβάσεις που θα μπορούσαν να αλλάξουν την περιοχή ή να παράσχουν καλύτερη προστασία δεν έχουν γίνει», σημειώνει ο δήμαρχος Αλιάρτου, τονίζοντας ότι από τον κάμπο ζουν έως και 40.000 άνθρωποι.

Ο ίδιος ξέρει ότι ο κίνδυνος μιας πλημμύρας είναι πάντα παρών. «Το 2020 αρχικά περιμέναμε τον «Ιανό» να χτυπήσει στην περιοχή μας», θυμάται. «Ετσι, η Πολιτική Προστασία της περιοχής είχε εκπονήσει σχέδιο εκκένωσης των χωριών του κάμπου Αγιος Δημήτριος, Καρυά και Αγιος Σπυρίδων. Υπήρχε μέχρι και μονάδα της ΕΜΑΚ με εξωλέμβιες», τονίζει και προσθέτει: «Σε ένα έντονο πλημμυρικό φαινόμενο τα χωριά αυτά κινδυνεύουν, όπως και τμήματα της Αλιάρτου, γιατί είμαστε δίπλα στο ποτάμι. Με τον «Ιανό» είχε σπάσει το ανάχωμα του Κηφισού, όμως ευτυχώς οι ποσότητες του νερού τότε δεν ήταν μεγάλες».

«Μας έχει φυλάξει ο Θεός μέχρι τώρα», λέει ο Βασίλης Τσαγαλάς. «Αν γίνει κάτι αντίστοιχο με τη Θεσσαλία, θα πνιγούμε κι εμείς. Δεν υπάρχει καμία πρόληψη…».

Έναν μήνα μετά την καταστροφή παραμένει πλημμυρισμένη

Σε απόσταση δυόμισι ωρών οδικώς από την Κωπαΐδα βρίσκεται μια άλλη γεωργική έκταση που κάποτε αποτελούσε λίμνη. Ο λόγος για την περιοχή της Κάρλας στη Μαγνησία, που σχεδόν έναν μήνα μετά το σαρωτικό πέρασμα της κακοκαιρίας «Daniel» παραμένει πλημμυρισμένη.

«Αν αφήσουμε μόνο του το σύστημα, τα νερά θα φύγουν πάρα πολύ αργά. Μπορεί να κάνουν μήνες ή και χρόνια», εξηγεί, μιλώντας στα «ΝΕΑ», ο Νικήτας Μυλόπουλος, πρόεδρος του Τμήματος Πολιτικών Μηχανικών του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας και διευθυντής του Εργαστηρίου Υδρολογίας και Ανάλυσης Υδατικών Συστημάτων, σημειώνοντας ότι πρέπει να υπάρξει κάποια παρέμβαση. Μια λύση θα ήταν η διοχέτευση των υδάτων στη θάλασσα μέσω τάφρου. Ομως σε μια τέτοια περίπτωση θα πρέπει να εξεταστούν και να ληφθούν υπόψη τυχόν επιπτώσεις στην πόλη του Βόλου αλλά και στον Παγασητικό Κόλπο.

Ο ίδιος ξεκαθαρίζει, πάντως, ότι η εικόνα που δίνεται, ότι η λίμνη επέστρεψε στις αρχικές της διαστάσεις, δεν είναι ακριβής. «Ο νέος ταμιευτήρας παραμένει στις διαστάσεις του. Το γεγονός ότι πλημμύρισε όλη η περιοχή και το μεγαλύτερο μέρος της λεκάνης απορροής οφείλεται σε πλημμυρικές απορροές του Πηνειού, οι οποίες όμως δεν καταλήγουν στον ταμιευτήρα γιατί δεν έχουν αυτή τη φυσική κλίση», περιγράφει. Τονίζοντας, δε, ότι το έργο του ταμιευτήρα που καταλαμβάνει το ένα πέμπτο της αρχικής έκτασης της λίμνης έγινε «με 50 χρόνια καθυστέρηση», χαρακτηρίζει «έγκλημα» το ότι επί δεκαετίες αφέθηκε η περιοχή να υπερκαλλιεργείται χωρίς έναν επιφανειακό ταμιευτήρα.

«Αν αφήσουμε μόνο του το σύστημα, τα νερά θα φύγουν πάρα πολύ αργά. Μπορεί να κάνουν μήνες ή και χρόνια», εξηγεί, μιλώντας στα «ΝΕΑ», ο Νικήτας Μυλόπουλος, πρόεδρος του Τμήματος Πολιτικών Μηχανικών του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας

«Το νερό θυμάται αυτό που έκανε πάντα, ανεξάρτητα από τις ανθρώπινες παρεμβάσεις», επισημαίνει από την πλευρά της η ομότιμη καθηγήτρια του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου, υδρολόγος πολιτικός μηχανικός Μαρία Μιμίκου. «Ειδικά όταν οι ανθρώπινες παρεμβάσεις δεν είναι σωστές». Οπως εξηγεί, η Κάρλα λάμβανε πάντοτε τα πλημμυρικά νερά του Πηνειού που οδηγούνταν εκεί με φυσικό τρόπο, καθώς η περιοχή αποτελεί το βαθύτερο σημείο της πεδιάδας. «Οποιαδήποτε περιοχή έχει πάψει να έχει τη φυσική της κοίτη, εν δυνάμει κινδυνεύει», επισημαίνει η καθηγήτρια του ΕΜΠ και καταλήγει με νόημα: «Εγώ δεν θα πήγαινα να αγοράσω οικόπεδο ή να μείνω σε μια περιοχή που έχει προέλθει από αποξήρανση».

Εν τω μεταξύ, χθες, σύμφωνα με ανάρτηση του Ερευνητικού Κέντρου «Prometheus» του ΕΜΠ στο Χ, η στάθμη στη λίμνη Κάρλα έφτασε «στα 6,49 μέτρα, κινούμενη μόνο ανοδικά, σύμφωνα με τους αισθητήρες του Δικτύου Μετρήσεων του ΕΛΚΕΘΕ». Ακόμα επισημαίνεται το εξής: «Παρατηρώντας τις δορυφορικές φωτογραφίες, διαπιστώνει κανείς πως το χωριό Στεφανοβίκειο, που βρίσκεται σε πολύ μικρή απόσταση από τη Βάση της Αεροπορίας Στρατού, βρίσκεται εκτός νερού και το νερό – παρά την άνοδό του – δεν έχει περάσει το αρδευτικό κανάλι που διασχίζει την περιοχή, καταλήγοντας στην Κάρλα. Ισως όταν γινόταν ο σχεδιασμός της Αεροπορικής Βάσης να έπρεπε να επιλεγεί η κατασκευή σε ένα τεχνητά υπερυψωμένο επίπεδο ή μετά τις πλημμύρες του «Ιανού» να φτιαχτεί ένα αρδευτικό κανάλι με αναχώματα, που θα κύκλωνε την Αεροπορική Βάση, ικανό να προσφέρει αντιπλημμυρική προστασία».

Έντυπη έκδοση  «ΤΑ ΝΕΑ»

Σχετικά